ΠΥΑΝΕΨΙΩΝ



Λεξικόν των δέκα ρητόρων
ΠΥΑΝΟΨΙΑ
Λυκοῦργος ἐν τῷ κατὰ Μενεσαίχμου ‘καὶ ἡμεῖς Πυανόψια ταύτην τὴν ἑορτὴν καλοῦμεν, οἱ δ̓ ἄλλοι Ἕλληνες Πανόψια, ὅτι πάντας εἶδον τοὺς καρποὺς τῇ ὄψει.’ Ἀπολλώνιος καὶ σχεδὸν πάντες οἱ περὶ τῶν Ἀθήνησιν ἑορτῶν γεγραφότες Πυανεψιῶνος ἑβδόμῃ τὰ Πυανέψια Ἀπόλλωνι ἄγεσθαί φασι. δεῖν δέ φασι λέγειν Πυανέψια, καὶ τὸν μῆνα Πυανεψιῶνα• πύανα γὰρ ἕψουσιν ἐν αὐτοῖς καὶ ἡ εἰρεσιώνη ἄγεται.



Λεξικόν Δημητράκου
πυανέψια [τὸ] κ. πυανόψια {κτ. παράλ, τοῦ Ἰερ ἀ)
ἡ ἐπὶ τῇ συγκομιδῇ τῶν ὀσπρίων ἐορτὴ ἡ ἀγουέ-
νη ἐν ᾿Αθήναις κατ᾽ ἔτος τῇ ἑβδόμῃ ἡμέρᾳ τοῦ
μηνὸς πυανεφιῶνος βλ.λ. πρὸς τιμὴν τοῦ ᾿Απόλ-
λωνος, τῆς Σκιράδος ᾿Αθηνᾶς, βραδύτερον δὲ
καὶ τοῦ Διονύσου καὶ ἕν ἡ παρεσκεύαζον καὶ
ἤσθιον ἔδεσμα ἐκ κυάμων ἢ ἄλλων ὀσπρίων καὶ
ἐκλελεηισμένης κριθῆς {πτισάνης Εὕστ,]283,Η
«ηυανέφια .. διά τὸ πυάνους πρότερον τοὺς
κυάμους καλεῖσθοι» : Λυκοῦργ.ἀπ.84,᾽ Αθήν.4084.

πυανεψιὼν- ὥνος [ὁ] κ. πυανοφιών ὁ τέταρ-
τος μὴν τοῦ ᾿Αττικοῦ ἡμερολογίου, ἀντιστοιχῶν
περίπου πρὸς τὸ δεύτερον ἥμισυ τοῦ Ὁκτωβρίου
καὶ τὸ πρῶτον τοῦ Νοεμβρίου, καθ᾽ ὄν ἐτελοῦντο
ἐν ᾿Αθήναις τά πυανέφια βλ.λ. : Θεόφρ.ΦΙ 4,2,10,
Πλούτ,.Θησ.22, ἐπιγρ.

πυάνιον (τὸ] μτγν. ὑποκορ. τοῦ πύανος βλ.λ.,, ἕ-
δεσμα ἀνὰμεικτον ἐκ διαφόρων εἰδῶν ὀσπρίων :
᾿Αθήν.}4,6488Β ἔστι δὲ τὸ πυάνιον. . πανσπερμία
ἐν γλυκεῖ ἠφημένη᾽ 2) Ἡσ. επυάνιον- τὸ διὰ
τοῦ γάλακτος ῥόφημα οἱ δὲ πανσπερμίαν ἡφη-
μένην ἐν γλυκεῖ»,

πυάνιος (ὁ] ὁ ἐκ πυάνων βλ.λ, ἐκ κυάμων πε-
ποιημένος : ᾿Αλκμ.75 ἤδη παρέξει πυάνιόν τε
πόλτον᾽ πρβλ, πυάνιον.

πύανος [6) μτγν. σκευασία τις ἐκ σίτου βεβρα-
σμένου, ἄ. ὁλόπυρος : ᾿Ἡλιόδ.Περ.3 τῆς τών πυ-
ρῶν ἐφήσεως ἐπινοηθείσης οἹ μὲν παλαιοὶ πύανον,
οἱ δὲ νῦν ὁλόπυρον προσαγορεύουσι, Πολυδ.6͵
61" | ἐν Κώδ. Ἱππ.Γυν.2,1,3 ὡς οὐδ. κτ. πληθ. τὰ
πύανα' ||] Ἧσ. [ὁ λακων. τ.) «πούαμος: κύαμοι
ἐφθοί»" πρβλ. πυανέφιο.


 [Φωτίου Λεξικόν]
Πυανεψιών:  μὴν Ἀθήνῃσιν δ• ἐν ᾧ καὶ τὰ πύ-
ανα ἕψεται εἰς τιμὴν τοῦ Ἀπόλλωνος•  πύανα
δὲ πάντα τὰ ἀπὸ γῆς ἐδώδιμα" ὀσπριώδη:
ἃ συνάγοντες ἕψουσιν ἐν χύτραις, ἀθήραν"
ποιοῦντες.

Ο Πυανεψιὼν ἧταν ὁ δ΄ μῆνας τῶν Ἀθηναίων,
κατὰ τὸν ὁποῖον βράζονται τὰ πύανα πρὸς
τιμὴν τοῦ Ἀπόλλωνος. Πύανα δὲ εἶναι ὅλα τὰ
ἐδώδιμα" (τὰ προοριζόμενα γιὰ τροφὴ) ὄσπρια
ποὺ παίρνουμε ἀπὸ τὴν γῆ, τὰ ὁποῖα τὰ μα-
ζεύουν, τὰ βράζουν σὲ χύτρες καὶ κάνουν τὴν
ἀθύρα" (=εἶδος φαγητοῦ)]}


....ἦγον δὲ ἔσθ' ὅτε ἐπὶ τῇ ἀποτροπῇ λοιμῶν.

Η ειρεσιώνη ήταν κλαδί ικεσίας, προς αποφυγή λοιμών.
------------

Εἰρεσιώνη: θαλλὸς ἐλαίας, ἐστεμμένος ἐρίοις καὶ προσκρεμαμένους ἔχων
παντοδαποὺς τῶν ἐκ γῆς καρπῶν. τοῦτον δὲ ἐκφέρει παῖς ἀμφιθαλὴς καὶ τίθησι
πρὸ τῆς θύρας τοῦ Ἀπόλλωνος ἱεροῦ τοῖς Πυανεψίοις.



Η ειρεσιώνη ήταν κλαδί ελιά ή δάφνης, στολισμένο με μαλλί, που από τα κλαδιά
του κρεμόταν όλοι οι καρποί της γης. Στα κλαδιά εκτός από φρούτα κρεμόταν
και ψωμάκια και γλυκίσματα δεμένα με κορδέλες, πήλινα κανατάκια με
ελαιόλαδο, οίνο, μέλι και σιτηρά.
Την ειρεσιώνη περιέφερε παιδί που ζούσαν και οι δυό γονείς του και το
τοποθετούσε στην είσοδο του ναού του Απόλλωνος, την ημέρα των Πυανεψίων.
---------------------------

Βίοι Παράλληλοι/Θησεύς - Πλούταρχος

[22.4] θάψας δὲ τὸν πατέρα, τῷ Ἀπόλλωνι τὴν εὐχὴν ἀπεδίδου τῇ ἑβδόμῃ τοῦ Πυανεψιῶνος μηνὸς ἱσταμένου• ταύτῃ γὰρ ἀνέβησαν εἰς ἄστυ σωθέντες. ἡ μὲν οὖν ἕψησις τῶν ὀσπρίων λέγεται γίνεσθαι διὰ τὸ σωθέντας αὐτοὺς εἰς ταὐτὸ συμμῖξαι τὰ περιόντα τῶν σιτίων καὶ μίαν χύτραν κοινὴν ἑψήσαντας συνεστιαθῆναι καὶ συγκαταφαγεῖν ἀλλήλοις

Ἀπόδοσις

Ὁ Θυσεὺς ἀφ᾿ ἑτέρου, ἀφοῦ ἔθαψε τὸν πατέρα του, ἀπέδωσε εἰς τὸν Ἀπόλλωνα ὅσα εἶχε τάξει τὴν ἑβδόμην τοῦ Πυανιψῶνος μηνὸς, διότι τότε ἀνέβησαν εἰς τὴν πόλιν μετὰ τὴν σωτηρίαν των. Καὶ τὸ ὲν ψήσιμο τῶν ὀσπρίων λέγεται ὅτι γίνεται, διότι οἱ σωθέντες συνήνωσαν ὅσας τροφὰς τοὺς ἔμεναν καὶ αὐφοῦ τὰς ἔψησαν μέσα εἰς κοινὴν χύτραν παρεκάθησαν εἰς κοινὴν τράπεζαν καὶ συνέφαγαν ὅλοι μαζί.

---------------------

Τα παιδιά που κουβαλούσαν την ειρεσιώνη τραγουδούσαν το τραγούδι της
ειρεσιώνης που έλεγε τα εξής  :

ᾖδον δὲ παῖδες οὕτως·
εἰρεσιώνη σῦκα φέρει καὶ πίονας ἄρτους
καὶ μέλι ἐν κοτύλῃ καὶ ἔλαιον ἀποψήσασθαι
καὶ κύλικ' εὔζωρον, ὅπως μεθύουσα καθεύδῃς.


η ειρεσιώνη φέρει σύκα και λιπαρούς άρτους
και μέλι σε κοτύλη (κύπελο) και λάδι για μαγείρεμα
και κούπα ζωηρό κρασί, για να μεθύσεις και να κοιμηθείς
----------------

Αθήναιου Δειπνοσοφισταί, Βιβλίο Θ', 408a

[408a] Ἐκ τούτων δῆλόν ἐστιν ὅτι Τηλέμαχος κυάμων χύτρας ἀεὶ σιτούμενος ἦγε Πυανέψια πορδὴν ἑορτήν.

Ἁπόδοσις

Μπορούμε λοιπόν να δούμε από αυτές τις λεπτομέρειες ότι ο Τηλέμαχος , ο οποίος έτρωγε κουκιά (φασόλια), γιόρταζε  συνήθως τα Πυανέψια με πορδές .



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου